Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

νείαιραν σάρκα

См. также в других словарях:

  • νείαιρα — και νέαιρα και νεῑρα και νειρή και ιων. τ. νείαιρη, ἡ (Α) 1. ως επίθ. α) (συχνότατα με το ουσ. γαστήρ) το κάτω μέρος τής κοιλιάς («τὸν βάλε νείαιραν κατὰ γαστέρα», Ομ. Ιλ.) β) (για μέρος τού σώματος) τελευταίος («νείαιραν σάρκα», Νίκ.) 2. ως ουσ …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»